Κυριακή 15 Μαΐου 2011

Ωδή κατά της τελειότητας


Θέλω να γράψω κάτι όμορφο αλλά δεν μου βγαίνει. Πραγματικά δεν ξέρω τι έχω πάθει και πανικοβάλλομαι όταν κάθομαι μπροστά σε μια κενή σελίδα ανήμπορος να την γεμίσω με λόγια όπως της αξίζει. Πολλοί θα λέγανε ότι δεν έχω τίποτα να πω….. Ίσως να έχουν δίκιο. Άλλα επειδή είμαι ένα εξαιρετικά αλαζονικό καθίκι θα προσπαθήσω να τους βγάλω όλους ψεύτες και μαλάκες.
Δεν είμαι ακριβώς σίγουρος με ποιο τρόπο θα το κάνω αλλά πιστεύω ότι μπορώ να το κάνω…. Και αυτό είναι το μοναδικό που μετράει. Το όνειρο μωρό μου… Το μόνο πραγματικό εισιτήριο για το κάθε προσωπικό παράδεισο.
Ότι θα γράψω θα είναι σε πρώτο πρόσωπο. Αυτό είναι επικίνδυνο όπως λένε με στόμφο ορισμένα άλλα καθίκια που δεν έχουν ιδέα από λογοτεχνία. Ξεχνάνε κάτι πάρα πολύ βασικό. Η λογοτεχνία είναι τέχνη. Δεν διδάσκεται σε κανένα σχολείο και σε κανένα πανεπιστήμιο. Δεν υπάρχουν κανόνες και νόμοι. Είτε το έχεις είτε δεν το έχεις. Και το σε ποιο πρόσωπο γράφεις δεν παίζει την παραμικρή σημασία. Θα κλείσω αυτήν την μικρή αλλά σημαντική παρένθεση λέγοντας ένα μεγάλο άντε και γαμήσου ξεχωριστά σε κάθε ένα από αυτά τα καθίκια και θα συνεχίσω παραθέντωντας το λόγο που γράφω στο πρώτο πρόσωπο.

Με λένε Χρήστο. Και αφού κάθομαι και γράφω δύο η ώρα τα ξημερώματα Σάββατο βράδυ τότε σίγουρα κάτι δεν πάει καλά με εμένα. Ή μήπως όχι ;
Πόσοι άνθρωποι υπάρχουν εκεί έξω που μπορεί να μην έχουν το ίδιο όνομα με εμένα αλλά να βλέπουν τον κόσμο με περίπου τον ίδιο τρόπο με εμένα ;
Κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά… Λοιπόν όταν διαβάζεις ένα κείμενο στο πρώτο πρόσωπο και σε αγγίζει τότε κατά ένα διεστραμμένο τρόπο είναι σαν να το έγραψες εσύ. Είναι εξαιρετικά ευχάριστο να καταλαβαίνεις ότι δεν είσαι ο μόνος με κάποιες παράξενες αντιλήψεις. Ναι διάολε, δεν είμαστε λίγοι…. είμαστε πολλοί. Αυτή η σκέψη είναι απελευθερωτική. Αποβάλει την κάθε άσχημη διάθεση καθώς φυτρώνει την αντίληψη ότι υπάρχουν αρκετά μεγάλες πιθανότητες για δύο ανθρώπους που καταλαβαίνουνε τον κόσμο με περίπου τον ίδιο τρόπο να συναντηθούν σε μια βρωμοπόλη όπως την Αθήνα.
Χθες το βράδυ σουλατσάριζα τους δρόμους της Αθήνας με το αυτοκίνητο μου. Από τα ηχεία του ραδιοφώνου ακουγόταν ένα τραγούδι του Sinatra. Το Strangers in the night. Δυνάμωσα την ένταση και χάθηκα στον κόσμο μου. Κάτι που παρεπιπτώντος είναι πολύ επικίνδυνο να το κάνεις όταν οδηγείς. Έβλεπα τους οδηγούς των υπόλοιπων αυτοκινήτων, τους καλοντυμένους ή κακοντυμένους περαστικούς που πηγαίνανε ένας Θεός ξέρει που. 

Και σκεφτόμουν πόσους από όλους αυτούς τους ανθρώπους που περπατάνε γύρω μου γνώρισα. Και όταν λέω γνώρισα δεν εννοώ μόνο το όνομα τους ή τι δουλειά κάνουνε. Εννοώ τις μικρές και ασήμαντες λεπτομέρειες που ωστόσο ορίζουνε έναν άνθρωπο. Τις περισσότερες φορές ανείπωτες ιστορίες από τα βάθη του σκοτεινού ή φωτεινού παρελθόντος του κάθε ανθρώπου που μέσα τους κρύβουν την λάμψη της ψυχής τους.
 Για παράδειγμα όταν ήμουν πιτσιρικάς, σχεδόν δώδεκα χρονών, στο σχολείο κάναμε Γαλλικά. Το μισούσα αυτό το μάθημα. Τώρα καταλαβαίνω ότι δεν μισούσα πραγματικά την υπέροχη και ερωτική γλώσσα των Γαλλικών αλλά την καθηγήτρια που το δίδασκε. Δεν θυμάμαι να έχω γνωρίσει ποτέ μου πιο αντιπαθητικό και αυταρχικό άνθρωπο. Εκείνη η κύρια λοιπόν, που τώρα πλέον δεν θυμάμαι ούτε καν το όνομα της, είχε μια συγκεκριμένη και ιδιαίτερη πολιτική διδασκαλίας. Όποιος μαθητής ξεχνούσε να φέρει το βιβλίο του ή κάποιο τετράδιο ασκήσεων έβγαινε έξω από την τάξη για όλη την διάρκεια του μαθήματος. Φυσικά εγώ το είδα σαν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να απαλλαγώ από την αναγκαστική παρουσία μου στον ίδιο χώρο με εκείνη την γυναίκα. Το βιβλίο των Γαλλικών μου παρέμενε στην ίδια θέση που το είχα βάλει από την αρχή του σχολικού έτους…..κάτω από το κρεβάτι μου. 

Όταν έξω είχε ζέστη όλα ήταν ωραία. Θυμάμαι ότι την ίδια ώρα μια άλλη τάξη έκανε γυμναστική και έπαιζα μπάλα με τα άλλα παιδιά στο προαύλιο. Μια μέρα όμως έκανε αναπάντεχα και εντελώς ξαφνικά την παρουσία του ο χειμώνας. 
Εκείνη την μέρα έκανε έξω παγωνιά. Αλλά όπως κάθε μικρό αλάνι που σέβεται τον εαυτό του δεν μάσησα. Αν και για πρώτη φορά είχα το βιβλίο μέσα στην τσάντα μου είπα στην καθηγήτρια ότι δεν το είχα μαζί μου. Μοιραία λοιπόν βγήκα έξω και το πλήρωσα το ίδιο βράδυ καθώς ανέβασα ένα πυρετό σαραντάρι ο οποίος με άφησε ήσυχο μετά από μια εβδομάδα…..
 Δεν είναι ακριβώς η ιστορία από την οποία θα βγάλεις ασφαλή συμπεράσματα για τον άνθρωπο που την διηγείται. Είναι όμως η ιστορία που άμα την ακούσεις θα καταλάβεις ότι ο αφηγητής προσπαθεί να σου πει ότι δεν είναι μέρος του κόσμου της τελειότητας που όλοι θέλουμε να φτιάξουμε και να ζήσουμε. Ένας τέτοιος κόσμος υπάρχει μόνο στα πιο άρρωστα όνειρα μας. Το τέλειο δεν είναι προορισμένο για τους ανθρώπους και για αυτό φαντάζει πάντα σαν ψέμα. Αυτή η ιστορία είναι ακριβώς αυτή που προσπαθεί να σου πει ο αφηγητής ότι είναι και αυτός άνθρωπος με ελαττώματα. Ένας κοινός θνητός όπως όλοι ή τουλάχιστον σχεδόν όλοι. Δεν ξέρω πως το παθαίνουμε αυτό και μερικές στιγμές  θέλουμε να φαντάζουμε στα μάτια αυτών που μας κοιτάνε αψεγάδιαστοι. 
Τέλειοι….. ή μάλλον ΤΕΛΕΙΟΙ.
Η πικρή αλήθεια είναι ότι αυτό δεν ισχύει. Και η ακόμα πιο πικρή αλήθεια είναι ότι για να παρουσιάσουμε μια τέτοια εικόνα προσποιούμαστε. Ενδίδουμε στην υποκρισία. Και κάπως έτσι καταλήγουμε στο να πληγώνουμε ο ένας τον άλλον ή η μια την άλλη ή ο άλλος την άλλη και ούτω καθεξής. Είμαστε όλοι μας τόσο απορροφημένοι και προσκολλημένοι στην τελειότητα που τελικά χάνουμε την ουσία των πραγμάτων…..

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου